Προς το παρόν, το ΥΠΕΘΟ παραμένει στην τακτική των υπερσυντηρητικών προβλέψεων για τα δημοσιονομικά μεγέθη, όπως φάνηκε και στο προσχέδιο του προϋπολογισμού το οποίο κοινοποίησε στα μέσα Οκτωβρίου στις Βρυξέλλες. Την περασμένη εβδομάδα, όμως, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έθεσε τα μεγέθη σε πιο ρεαλιστική βάση. Συγκεκριμένα, προβλέπει για φέτος πρωτογενές πλεόνασμα 4,3% του ΑΕΠ έναντι πρόβλεψης για πλεόνασμα 3,6% του ΑΕΠ που έκανε το ΥΠΕΘΟ στο προσχέδιο του προϋπολογισμού. Η διαφορά του 0,7% του ΑΕΠ αντιστοιχεί σε 1,65 δισ. ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί σε αυτό το σημείο ότι το 2024 η Επιτροπή προέβλεπε πρωτογενές πλεόνασμα 3,1% του ΑΕΠ για την Ελλάδα, έναντι πρόβλεψης για πλεόνασμα 2,4% του ΑΕΠ που έκανε το ΥΠΕΘΟ. Ως γνωστόν πλέον, το πρωτογενές πλεόνασμα της προηγούμενης χρονιάς έφτασε στο 4,8% του ΑΕΠ (11,4 δισ. ευρώ) και έγινε η αιτία για το πακέτο έκτακτων μέτρων ύψους 1,1 δισ. ευρώ, το οποίο ανακοινώθηκε φέτος το Πάσχα. Από τα χρήματα αυτά, τα 600 εκατ. ευρώ θα είναι το επίδομα των 250 ευρώ για 1,44 εκατ. συνταξιούχους και η επιστροφή 1 από τα 12 ενοίκια σε 950.000 ελληνικά νοικοκυριά που δεν έχουν δικό τους σπίτι.
Στην ίδια λογική, για το 2026 η Επιτροπή προβλέπει για την Ελλάδα πρωτογενές πλεόνασμα 3,4% του ΑΕΠ, έναντι πρόβλεψης του ΥΠΕΘΟ για πρωτογενές πλεόνασμα 2,8% του ΑΕΠ. Η διαφορά του 0,6% του ΑΕΠ ανάμεσα στις δύο προβλέψεις αντιστοιχεί σε 1,56 δισ. ευρώ.
Πρόσφατα, σε συνέντευξή του στο Bloomberg, o Κυριάκος Πιερρακάκης αναθεώρησε ανεπίσημα το πρωτογενές πλεόνασμα για το 2026 στο 3,2% του ΑΕΠ, πρόβλεψη η οποία ενσωματώθηκε στο τελικό κείμενο του προϋπολογισμού. Ακόμη όμως και με αυτή την αναθεώρηση, η διαφορά της πρόβλεψης μεταξύ ΥΠΕΘΟ και Επιτροπής φτάνει το 0,2% του ΑΕΠ, δηλαδή 520 εκατ. ευρώ.
Κόφτης δαπανών
Ωστόσο, στο προσχέδιο του προϋπολογισμού προαναγγελλόταν ότι με τα μέτρα της ΔΕΘ υπήρχε μία όχι τυχαία υπόμνηση. Οι καθαρές εθνικά χρηματοδοτούμενες πρωτογενείς δαπάνες της Γενικής Κυβέρνησης, σύμφωνα με τον ορισμό του νέου ευρωπαϊκού πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης και του Μεσοπρόθεσμου Δημοσιονομικού Σχεδίου (ΜΔΣ), αναμένεται να αυξηθούν κατά 4,4% το 2025 και 5,8% το 2026, μετά τη μείωση κατά 0,4% που εκτιμάται για το 2024, εξαιτίας κυρίως των ενεργητικών μέτρων μείωσης της φοροδιαφυγής που μετρούν αφαιρετικά στον στόχο των δαπανών, με τη σωρευτική αύξηση των ετών 2024-2026 να εκτιμάται σε περίπου 10 δισ. ευρώ. Η εν λόγω σωρευτική αύξηση αντιστοιχεί στο όριο που τίθεται από το ΜΔΣ 2025-2028. Με άλλα λόγια, με τα σημερινά δεδομένα δεν θα πρέπει να αναμένονται νέα μέτρα ελάφρυνσης, εκτός αν μπορέσει η Ελλάδα να αποδείξει ότι έχει ακόμη περισσότερα φορολογικά έσοδα από νέες πηγές.
Υπενθυμίζεται δε, ότι ο σχετικός στόχος αύξησης των πρωτογενών δαπανών στο ΜΔΣ ανέρχεται σε 2,6% το 2024, σε 3,7% το 2025 και σε 3,6% το 2026.
Επίσης, τονίζεται ότι κατόπιν ενεργοποίησης της εθνικής ρήτρας διαφυγής για τις αμυντικές δαπάνες, η μεταβολή των αμυντικών δαπανών, ως ποσοστό του ΑΕΠ, κατά την περίοδο 2025-2028 σε σχέση με το έτος 2024 λαμβάνεται υπόψη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε περίπτωση υπέρβασης του ορίου δαπανών. Σε όρους λειτουργικής ταξινόμησης των δαπανών οι αμυντικές δαπάνες το 2026 εκτιμώνται σε περίπου 0,3% του ΑΕΠ (720 εκατ. ευρώ), υψηλότερες σε σχέση με το 2024. Επισημαίνεται ότι οι φυσικές παραλαβές εξοπλιστικών προγραμμάτων αναμένεται να αυξηθούν σε 2,3 δισ. ευρώ το 2026 έναντι 1,7 δισ. ευρώ το 2025.
Τρεις παράγοντες
Ωστόσο, η συνεχής αύξηση των εσόδων από φοροδιαφυγή, αλλά και το γεγονός ότι το όριο των δαπανών έχει εκπληρωθεί για τα έτη 2024-2026, αλλά όχι για τα έτη 2027-2028, δίνει περιθώρια διαπραγμάτευσης για νέα μέτρα. Οι παράγοντες οι οποίοι θα κρίνουν τον χρόνο και το ύψος των νέων μέτρων είναι τρεις:
- Ο πρώτος είναι το πόσο πάνω από το 4% του ΑΕΠ θα φτάσει το πρωτογενές πλεόνασμα του 2025. Μεγαλύτερος δημοσιονομικός χώρος θα σημάνει και μεγαλύτερη πολιτική πίεση για νέες ελαφρύνσεις, όπως έγινε και το 2024.
- Ο δεύτερος είναι πόσα από τα παραπάνω φορολογικά έσοδα θα καταγραφούν στο τέλος Φεβρουαρίου. Τα έσοδα που θα προέλθουν από τη φοροδιαφυγή θα λειτουργήσουν αφαιρετικά στον κανόνα της οροφής αύξησης των καθαρών πρωτογενών δαπανών. Αν τα έσοδα από τη φοροδιαφυγή φτάσουν ή ξεπεράσουν τα 3 δισ. ευρώ για φέτος, το επιπλέον 1 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2024 θα δημιουργήσει χώρο 1 δισ. ευρώ για νέα μέτρα. Αυτό είναι ένα από τα αντικείμενα διαπραγμάτευσης των ελληνικών αρχών με τις Βρυξέλλες.
- Ο τρίτος παράγοντας θα είναι οι πολιτικές εξελίξεις και ειδικότερα ο χρόνος διεξαγωγής των εθνικών εκλογών. Αν ο χρόνος των εκλογών δεν μετακινηθεί από την άνοιξη του 2027, όπως έχει ανακοινώσει ο πρωθυπουργός, τότε το πιο πιθανό είναι να έχουμε ανακοινώσεις στη ΔΕΘ του 2026. Αν όμως οι εκλογές πραγματοποιηθούν μέσα στο 2026, τότε τα μέτρα θα ανακοινωθούν τον Απρίλιο, όταν θα υπάρχει καθαρή εικόνα για τα στοιχεία του 2025.
Ποια μέτρα επανέρχονται στο τραπέζι των συζητήσεων
Μεταξύ των μέτρων που δεν ανακοινώθηκαν στη φετινή ΔΕΘ λόγω κόστους και πλέον μπορεί να βγουν από το συρτάρι είναι η προγραμματισμένη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 0,5% για το 2027, η οποία μπορεί να αυξηθεί στο 1%. Επίσης, θα αναζητηθούν νέες παρεμβάσεις οι οποίες θα ωφελήσουν τις επιχειρήσεις -ειδικά τις μικρομεσαίες- και θα αυξήσουν τον όγκο των εξαγωγών και των άμεσων ξένων επενδύσεων προς την Ελλάδα.
Στο τραπέζι ενδέχεται να επανέρθει η αύξηση του αριθμού των δικαιούχων του μόνιμου επιδόματος των 250 ευρώ που ανακοινώθηκε τον Απρίλιο για συνταξιούχους πάνω από 65 ετών με εισοδηματικά κριτήρια. Με την υφιστάμενη μορφή του το επίδομα εξαιρεί περίπου 1 εκατομμύριο συνταξιούχους, γεγονός που έχει δημιουργήσει σωρεία αντιδράσεων στους απόμαχους της εργασίας.
Οι αυξήσεις στα επιδόματα του ΟΠΕΚΑ είχαν προαναγγελθεί από τον πρωθυπουργό για φέτος, αλλά το θέμα πήγε για πιο μετά λόγω κόστους. Με δεδομένο ότι έχει εξαγγελθεί πολλές φορές, αναμένεται να ξανασυζητηθεί μόλις υπάρξουν απτά στοιχεία για το κλείσιμο του 2025.

