Η δράστις, Εσίν Μπ., σήμερα 42 ετών και πρώην μαθήτριά του, καθώς και τρεις συνεργοί —ο καθηγητής χημείας Ερντογάν Γ., η Ζεμτσί Σ. και ο συγγενής Χακάν Ντ.— φέρονται να εμπλέκονται στη δολοφονία και στη μεταφορά του θύματος.
Τα στοιχεία της έρευνας δείχνουν ότι ο Ακτσάι είχε μαχαιρωθεί μέχρι θανάτου, τοποθετήθηκε σε βαλίτσα, μεταφέρθηκε από το Κοτζαελί στη Σιλιβρία και εκεί πυρπολήθηκε. Η σορός είχε εντοπιστεί το 2006 αλλά δεν ταυτοποιήθηκε τότε και η υπόθεση είχε μπει αρχικά στο αρχείο. Ο αδελφός του, Ισμέτ, τον είχε δηλώσει αγνοούμενο. Η αστυνομία διαπίστωσε ότι ο Ακτσάι διατηρούσε τακτική επαφή με την Εσίν Μπ. και την οικογένειά της, ενώ εκείνη, σήμερα υπάλληλος δήμου στην Κωνσταντινούπολη, επισκεπτόταν κατά καιρούς το σπίτι του και λάμβανε οικονομική υποστήριξη.
Καθοριστικό ρόλο στην επανεξέταση έπαιξε η τεχνολογία: ανακτήθηκαν παλαιές τηλεφωνικές συνομιλίες και αρχεία επικοινωνιών που κατέδειξαν συντονισμένες κινήσεις των υπόπτων την 27η Απριλίου 2006, όταν το τηλέφωνο του Ακτσάι ήταν απενεργοποιημένο. Επιχείρηση του Γραφείου Αγνοουμένων οδήγησε στις συλλήψεις στις 24 Νοεμβρίου σε Κωνσταντινούπολη και Γκαζιαντέπ. Οι ύποπτοι οδηγήθηκαν στη φυλακή μετά τις ομολογίες τους. Η υπόθεση υπογραμμίζει την αποτελεσματικότητα ψηφιακής εγκληματολογίας στην επίλυση παλαιών εγκλημάτων και τις προκλήσεις της δικαστικής διαχείρισης υπόθεσης κοντά σε προθεσμίες παραγραφής.