Κινητήριος δύναμη για την αύξηση εσόδων ήταν τα σημαντικά έργα στο δημόσιο τομέα που έχει αναλάβει η εταιρεία. Συγκεκριμένα σύμφωνα με τα οικονομικά αποτελέσματα που δημοσιοποίησε ο βρετανικός τηλεπικοινωνιακός όμιλος, η ελληνική θυγατρική είχε κύκλο εργασιών 1,068 δισ. ευρώ, αυξημένος 5,4% σε σχέση με το οικονομικό έτος 2023-2024. Το θετικό αυτό αποτέλεσμα προέκυψε παρά το γεγονός ότι το δεύτερο εξάμηνο υπήρξε μια μικρή κάμψη στα 527 εκατ. ευρώ έναντι 535 εκατ. ευρώ το πρώτο εξάμηνο.
Ιδιαίτερα θετική ήταν η πορεία του Vodafone Business που έχει αναλάβει σημαντικά έργα χρηματοδοτούμενα από το Ταμείο Ανάκαμψης αλλά και στο γεγονός ότι πολλοί πελάτες καρτοκινητής έγιναν συνδρομητές συμβολαίου.
Τα έσοδα από υπηρεσίες —ένας από τους πιο κρίσιμους δείκτες απόδοσης για τον κλάδο των τηλεπικοινωνιών— κατέγραψαν άνοδο 3,4%, φθάνοντας τα 933 εκατ. ευρώ, από 902 εκατ. ευρώ την προηγούμενη χρονιά.
Ωστόσο, το λειτουργικό περιθώριο της εταιρείας δέχθηκε σημαντική πίεση. Τα προσαρμοσμένα λειτουργικά κέρδη (EBITDAal) μειώθηκαν κατά 26,8%, αγγίζοντας τα 157 εκατ. ευρώ, έναντι 201 εκατ. ευρώ το οικονομικό έτος 2023-2024. Η πτώση ήταν εντονότερη στο δεύτερο εξάμηνο, όπου τα EBITDAal συρρικνώθηκαν στα 40 εκατ. ευρώ από 102 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο περσινό διάστημα.
Παρά την πίεση στα κέρδη, οι επενδύσεις παρουσίασαν ήπια αύξηση, ανερχόμενες σε 153 εκατ. ευρώ, από 144 εκατ. ευρώ το προηγούμενο έτος — στοιχείο που αποτυπώνει τη διαρκή προσπάθεια της εταιρείας να ενισχύσει τις υποδομές της, κυρίως σε δίκτυα νέας γενιάς.
Στο μέτωπο της κινητής τηλεφωνίας, η Vodafone Ελλάδος εξυπηρετούσε στο τέλος Μαρτίου 4,272 εκατ. γραμμές, εμφανίζοντας ελαφρά κάμψη έναντι των 4,309 εκατ. γραμμών έναν χρόνο πριν. Η μείωση αποδίδεται στην εκκαθάριση καρτοκινητών, ωστόσο η στρατηγική στροφή προς τους συνδρομητές συμβολαίου φαίνεται να αποδίδει. Ο αριθμός τους αυξήθηκε κατά 149 χιλιάδες, με το 49,3% της συνολικής πελατειακής βάσης να αποτελείται πλέον από πελάτες συμβολαίου — το υψηλότερο ποσοστό στην ιστορία της εταιρείας.
Στον αντίποδα, οι ευρυζωνικές συνδέσεις σημείωσαν πτώση, μειούμενες κατά 17 χιλιάδες, με το σύνολο να διαμορφώνεται στις 917 χιλιάδες στο τέλος του οικονομικού έτους.