Ο Βόιτσεχ Σέζνι άνοιξε την καρδιά του και αποκάλυψε τη σκοτεινή πλευρά της πορείας του, εξηγώντας ότι ο αδιάκοπος πόνος – σωματικός και ψυχικός – ήταν ο πραγματικός λόγος της συνταξιοδότησής του, πριν η Μπαρτσελόνα τον πείσει να επιστρέψει στα γήπεδα.
Σε συνέντευξή του στη GQ, ο 35χρονος τερματοφύλακας εξηγεί ότι εδώ και 17 χρόνια ζει έναν εφιάλτη, από τότε που το 2008, ως παίκτης της Άρσεναλ, έσπασε και τους δύο πήχεις στο γυμναστήριο. Τα μεταλλικά πλακίδια που κρατούν ενωμένα τα οστά του, τον ταλαιπωρούν μέχρι σήμερα.
«Χάνω τελείως την αίσθηση στα χέρια – Δεν το εύχομαι σε κανέναν»
Ο Σέζνι περιγράφει τις προπονήσεις όπου ο πόνος γίνεται αφόρητος:
«Κάποια στιγμή δεν νιώθω καθόλου τα χέρια μου. Δεν μπορώ ούτε μπουκάλι νερό να κρατήσω… Δεν το εύχομαι σε κανέναν».
Όπως λέει, στις περιόδους έντονης προετοιμασίας ο πόνος απλώνεται από τον καρπό μέχρι τον αγκώνα, ενώ πλέον επηρεάζει και τη μέση του.
Η πρόωρη αποχώρηση και οι προτάσεις που απέρριψε
Παρά τις χρυσές προτάσεις από μεγάλα ευρωπαϊκά κλαμπ και από τη Σαουδική Αραβία, ο συνεχής πόνος τον οδήγησε μακριά από τα γήπεδα.
«Δεν ήταν ότι δεν αγαπούσα το παιχνίδι. Δεν ήθελα να παίζω μόνο για τα χρήματα», λέει ο Πολωνός, ο οποίος λίγες ημέρες πριν αποχωρήσει οριστικά, είχε πει στον Ρόμπερτ Λεβαντόφσκι ότι δεν ήθελε να ξαναπαίξει «σε καμία ομάδα».
Η απρόσμενη επιστροφή στην Μπαρτσελόνα
Η πρόταση της Μπαρτσελόνα τον έκανε να αλλάξει γνώμη.
«Την πρώτη χρονιά έπαιξα δωρεάν», αποκαλύπτει. Όπως εξηγεί, ό,τι χρήματα πήρε από την Μπάρσα τα επέστρεψε στη Γιουβέντους, ώστε να λύσει το συμβόλαιό του.
Παρά τον πόνο που τον ακολουθεί, έχει ήδη εννέα συμμετοχές τη φετινή σεζόν.
«Μου αρέσει να τρώω… και έχω το ρεκόρ λίπους στην Μπαρτσελόνα!»
Με χιούμορ, ο Σέζνι παραδέχεται ότι δεν ήταν ποτέ υπόδειγμα διατροφής:
«Λατρεύω το φαγητό και… κατέχω το ρεκόρ λίπους στην ομάδα!», λέει γελώντας.
Ακόμη και ο Λεβαντόφσκι τον πειράζει: «Πώς έκανε καριέρα αυτός ο τύπος μ’ αυτό το σώμα;».
«Η συνέπεια ήταν το όπλο μου»
Παρά τα προβλήματα και τις ιδιαιτερότητες της καριέρας του, ο Σέζνι θεωρεί ότι το μεγαλύτερο πλεονέκτημά του ήταν η σταθερότητα:
«Ποτέ δεν ήμουν ο πιο σκληρά εργαζόμενος, αλλά κράτησα σταθερά υψηλό επίπεδο για 18 χρόνια».

