«Η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται και το πρώην χρεοκοπημένο κράτος αποπληρώνει επιμελώς τα χρέη του. Ορισμένες από τις μεταρρυθμίσεις θα μπορούσαν επίσης να βοηθήσουν τη Γερμανία να βγει από την κρίση», επισημαίνει η εφημερίδα Augsburger Allgemeine, με το περιοδικό Focus να αναδημοσιεύει.
«Ενώ η Ελλάδα βρισκόταν στα πρόθυρα της χρεοκοπίας πριν από δέκα χρόνια, η αγορά τώρα ακμάζει», σχολιάζει στην εφημερίδα η οικονομολόγος Ευφροσύνη Αδαμοπούλου, η οποία εργάζεται στο Κέντρο Ευρωπαϊκής Οικονομικής Έρευνας του Λάιμπνιτς.
Όπως προσθέτει, οι παράγοντες που οδήγησαν την Ελλάδα σε μία «απότομη» οικονομική ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια είναι τρεις: Η αύξηση των επενδύσεων από ξένους επενδυτές, η αυξανόμενη εγχώρια κατανάλωση και το μακροοικονομικό «περιβάλλον», που από την πανδημία και έπειτα έχει σταθεροποιηθεί. Περίπου το ένα πέμπτο του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) αποδίδεται στην άνθιση του τουρισμού, λέει η κ. Αδαμοπούλου.
Οι δύο μεταρρυθμίσεις που θα μπορούσαν να γίνουν πρότυπο για τη Γερμανία
Φέτος, η Ελλάδα οδηγήθηκε σε πλεόνασμα στον προϋπολογισμό της, ύψους περίπου 6 δισεκατομμυρίων ευρώ – τουλάχιστον στον πρωτογενή ισολογισμό, ο οποίος εξαιρεί το δημόσιο χρέος. Σύμφωνα με την εμπειρογνώμονα, τα γεμάτα κρατικά ταμεία οφείλονται, εκτός από τους παράγοντες που αναφέρθηκαν προηγουμένως, στην επιτυχία δύο διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων: Της ψηφιοποίησης της δημόσιας διοίκησης και της επέκτασης των πληρωμών χωρίς μετρητά.
Οι δύο αυτές μεταρρυθμίσεις εισήχθησαν στο πλαίσιο της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής, η οποία θεωρείται μία από τις (πολλές) αιτίες της δημοσιονομικής κρίσης στην Ελλάδα, εξηγεί η εφημερίδα. Όπως επισημαίνεται, αυτές οι μεταρρυθμίσεις θα μπορούσαν επίσης να χρησιμεύσουν ως πρότυπο για τη Γερμανία.
Συγκεκριμένα, η ψηφιοποίηση, η οποία έχει εδώ και καιρό εισχωρήσει σε κάθε γραφείο στην Ελλάδα, έχει απλοποιήσει πολλά πράγματα. «Είτε μιλάμε για ένα ιδιωτικό νοικοκυριό είτε για μία επιχείρηση, οι περισσότερες διαδικασίες μπορούν να διεκπεραιωθούν υποβάλλοντας αιτήσεις ηλεκτρονικά», λέει η Αδαμοπούλου.
Παρά τη γενικότερη τεχνολογική πρόοδο της Γερμανίας, η ψηφιοποίηση του διοικητικού τομέα είναι ακόμα πολύ πίσω. Οι ειδικοί εκτιμούν τις απώλειες στην οικονομική παραγωγή της Γερμανίας εξαιτίας του υψηλού γραφειοκρατικού φόρτου για τις εταιρείες, στα περίπου 146 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως.
Η ηλεκτρονική διοίκηση μειώνει τον φόρτο εργασίας, όπως επισημαίνει στον γερμανικό Τύπο ο Γεώργιος Θεοδωράκης του Γερμανο-Ελληνικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου (AHK): «Ιδιαίτερα αξιοσημείωτο είναι το ψηφιακό κτηματολόγιο, το οποίο καταγράφει όλα τα ακίνητα σε εθνικό επίπεδο και έτσι εξασφαλίζει μεγαλύτερη διαφάνεια και αποτελεσματικότητα. Η δραστική μείωση των χρόνων επεξεργασίας των αιτήσεων συνταξιοδότησης καταδεικνύει επίσης πώς τα στοχευμένα μέτρα μπορούν να βελτιστοποιήσουν τις διαδικασίες».
Η δεύτερη μεταρρύθμιση αφορά τη διεύρυνση των ηλεκτρονικών πληρωμών. «Πριν από το 2015, περίπου το 75% όλων των συναλλαγών γίνονταν με μετρητά», λέει η Αδαμοπούλου, τονίζοντας ότι κάρτα προτιμάται πλέον στην Ελλάδα για τις ιδιωτικές αγορές.
«Οι συναλλαγές χωρίς μετρητά είναι επωφελείς για την κυβέρνηση, επειδή όλα τα τερματικά των καρτών είναι συνδεδεμένα με τις φορολογικές αρχές μέσω του δικτύου κινητής τηλεφωνίας. Αυτό σημαίνει ότι η εφορία μπορεί να καταγράφει όλες τις συναλλαγές σε πραγματικό χρόνο», εξηγεί.
Τα φορολογικά κίνητρα που δίνονται στους καταναλωτές, προκειμένου να πραγματοποιούν αγορές με κάρτα, βοήθησαν πολύ στην συγκεκριμένη μετάβαση. Τέτοιου είδους κίνητρα θα μπορούσαν επίσης να αποτελέσουν μία λύση για τη Γερμανία, όπου η φορολογία είναι πολύ υψηλή και οι συναλλαγές με μετρητά συνεχίζουν να αποτελούν αγαπημένη πρακτική – τόσο των καταστηματαρχών, όσο και των ίδιων των καταναλωτών.

