Σε ό,τι αφορά τα καυσόξυλα, οι τιμές χύδην (χύμα) ξεκινούν από περίπου 85 ευρώ το κυβικό μέτρο για οξιά – δρυς, ενώ για στοιβαγμένο ξύλο, οι τιμές αγγίζουν τα 110 ευρώ ανά κυβικό μέτρο. Σε πιο premium υλικά, όπως οξιά υψηλής ποιότητας, η τιμή μπορεί να φτάσει τα 140 ευρώ ανά κυβικό μέτρο ή και παραπάνω. Σε είδη όπως ελιά, πουρνάρι και ανάμικτα ξύλα, οι τιμές κυμαίνονται από 130 έως 160 ευρώ ανά κυβικό μέτρο, ανάλογα με την περιοχή διανομής.
Οι ειδικοί αποδίδουν τις φυσιολογικές τιμές πώλησης σε δύο παράγοντες: Πρώτον, ότι ο περσινός χειμώνας ήταν εξαιρετικά ήπιος, με αποτέλεσμα οι πωλήσεις να είναι πεσμένες και οι έμποροι να έχουν ακόμη απόθεμα και δεύτερον, ότι μέχρι τώρα το κρύο δεν έχει «σφίξει» και οι καταναλωτές έχουν επαναπαυθεί, θεωρώντας ότι το περσινό σκηνικό του καιρού θα επαναληφθεί και φέτος.
«Ομως, αν πιάσει ξαφνικά κρύο, το σκηνικό θα αλλάξει. Οι καταναλωτές θα σπεύσουν μαζικά να αγοράσουν καυσόξυλα, οι έμποροι θα ξεστοκάρουν από πέρσι και ουδείς γνωρίζει σε τί ύψος θα σκαρφαλώσουν οι τιμές», προειδοποιεί μιλώντας στον «Ε.Τ.» ο αντιπρόεδρος του ΔΑΣΕ (Δασικός Συνεταιρισμός Εργασίας) Μικροκλεισούρας Νευροκοπίου και δημοτικός σύμβουλος Νευροκοπίου, Φώτης Φιλιππίδης.
Ο κ. Φιλιππίδης υπενθυμίζει ότι τον χειμώνα 2022-2023, όταν οι καιρικές συνθήκες ήταν πιο κρύες και είχε αναπτυχθεί το «φάντασμα» της ενεργειακής κρίσης, οι τιμές στα καυσόξυλα ήταν σαφώς πιο τσουχτερές. «Τότε, ο ένας τόνος οξιάς είχε αγγίξει και τα 180 ευρώ, συν ΦΠΑ, ενώ εκείνος από δρυ έφτασε ακόμη και τα 200 ευρώ, συν ΦΠΑ. Ακολούθησαν οι ήπιοι χειμώνες 2023-2024 και 2024-2025, οπότε οι τιμές υποχώρησαν σημαντικά στα 120 και στα 140 ευρώ αντίστοιχα και μένει να αποδειχθεί τι θα φέρει ο επερχόμενος χειμώνας», προσθέτει.
Μέχρι πριν από λίγα χρόνια υπήρχε πάντα και η λύση των βουλγαρικών καυσόξυλων, τα οποία είχαν κατακλείσει την ελληνική αγορά, καθώς ήταν πιο φθηνά αλλά ποιοτικά υποδεέστερα. «Ομως από το 2022, έχουν εξαφανιστεί κι αυτά. Πριν από τρία χρόνια, η ζήτηση ήταν τόσο μεγάλη στη Βουλγαρία, που δεν μπορούσε να καλύψει τις ανάγκες της γειτονικής χώρας. Ακολούθησε η αλλαγή του καιρού προς το ηπιότερο, με αποτέλεσμα να μην είναι πλέον απαραίτητα, καθώς η ελληνική παραγωγή υπερκάλυπτε την κατανάλωση και δεν υπήρχε λόγος εισαγωγών», σημειώνει ο κ. Φιλιππίδης. Μάλιστα, φέτος τα βουλγαρικά ξύλα είναι πιο ακριβά από τα ελληνικά, με αποτέλεσμα να έρχονται πλέον στην Ελλάδα Βούλγαροι για αγορές!
Πάντως, σε περίπτωση που «σφίξει» το κρύο και απαιτηθούν περισσότερα καυσόξυλα, ο κ. Φιλιππίδης θέτει και τη διάσταση της έλλειψης υλοτόμων. «Πριν από δέκα χρόνια, ο ΔΑΣΕ Μικροκλεισούρας είχε 150 υλοτόμους. Πλέον, με το ζόρι έχουμε μείνει 25 άτομα», αναφέρει χαρακτηριστικά. Οπως λέει, αν συνεχιστεί η συγκεκριμένη κατάσταση τότε είναι ζήτημα χρόνου οι ΔΑΣΕ να διαλυθούν και οι εναπομείναντες υλοτόμοι να απασχοληθούν σε υπεργολάβους, «με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις αμοιβές τους, την ποιότητα της δουλειάς τους, αλλά κυρίως την τιμή που θα κληθεί να πληρώσει ο καταναλωτής».
ΣΕ ΥΨΗΛΑ ΕΠΙΠΕΔΑ Η ΑΓΟΡΑ ΠΕΛΕΤ
Σαφέστερη είναι η εικόνα στην αγορά των πέλετ, όπου οι τιμές παραμένουν σε σχετικά υψηλά επίπεδα. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, σε καταστήματα εμπορίας καταγράφονται μεσοσταθμικά τιμές κοντά στα 319 ευρώ ανά τόνο για πέλετ πιστοποιημένης ποιότητας ENplus A1. Η σταθερότητα αποδίδεται στη συνεχιζόμενη ζήτηση και στο αυξημένο κόστος παραγωγής και μεταφοράς. Παρά τις προσδοκίες για αποκλιμάκωση, οι τιμές δεν έχουν παρουσιάσει σημαντική πτώση, γεγονός που οδηγεί πολλούς καταναλωτές να προμηθεύονται έγκαιρα τα απαραίτητα αποθέματα για τον χειμώνα, προκειμένου να εξασφαλίσουν επάρκεια και καλύτερη τιμή.

