Η τοποθέτηση έγινε κατά τη διάρκεια κοινής συνέντευξης Τύπου με τον Γερμανό καγκελάριο Φρίντριχ Μερτς, όπου ο Νετανιάχου πρόσθεσε σε πιο ελαφρό ύφος: «Είναι πολύ ανήσυχοι για το μέλλον μου. Θέλουν να βεβαιωθούν ότι — πώς να το πω; — ανησυχούν για το μέλλον μου». Στην ίδια παρέμβαση τόνισε ότι «οι ψηφοφόροι, και αυτοί θα αποφασίσουν, προφανώς, αλλά έχουμε μεγάλα καθήκοντα να επιτελέσουμε». Η ιδέα της αποχώρησης είχε τεθεί στο δημόσιο διάλογο την περασμένη εβδομάδα, όταν ο Νετανιάχου υπέβαλε επίσημο αίτημα χάρης προς τον πρόεδρο Ισαάκ Χέρτσογκ, σύμφωνα με αναφορές των Times of Israel.
Το πλαίσιο της αιτήσεως είναι η ποινική δικογραφία που βαραίνει τον Νετανιάχου: του έχει απαγγελθεί μία κατηγορία για δωροδοκία και τρεις για απάτη και κατάχρηση εμπιστοσύνης, σε τρεις ξεχωριστές υποθέσεις. Οι συγκεκριμένες κατηγορίες σχετίζονται, όπως αναφέρονται στο κατηγορητήριο, με ισχυρισμούς για αθέμιτη χειραγώγηση του Τύπου και λήψη παράνομων δώρων σε αντάλλαγμα για κυβερνητικές χάρες. Οι κατηγορίες απαγγέλθηκαν τον Νοέμβριο του 2019, μετά από χρόνια έρευνας, και η δίκη ξεκίνησε τον Μάιο του 2020. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, η αντιπολίτευση έχει ζητήσει επανειλημμένα την παραίτησή του, ενώ πολιτικοί και νομικοί αναλυτές παρακολουθούν τις εξελίξεις για τις επιπτώσεις στο κυβερνητικό έργο και στη δημόσια διακυβέρνηση.
Ο ίδιος ο Νετανιάχου αρνείται οποιαδήποτε παράνομη πράξη και υποστηρίζει ότι οι κατηγορίες είναι «κατασκευασμένες», χαρακτηρίζοντας τις επιθέσεις ως τμήμα μιας προσπάθειας πολιτικού πραξικοπήματος από πλευράς αστυνομίας και εισαγγελίας. Αναλυτές εκτιμούν ότι, εφόσον συνεχιστεί με τους σημερινούς ρυθμούς, η δίκη ενδέχεται να διαρκέσει αρκετά ακόμη χρόνια, διατηρώντας ανοιχτό το πολιτικό ζήτημα γύρω από την ηγεσία και τη νομιμοποίηση της εκτελεστικής εξουσίας. Ο πρόεδρος Ισαάκ Χέρτσογκ, που σύμφωνα με νομικές διαδικασίες μπορεί να χρειαστεί εβδομάδες ή ακόμη και μήνες πριν λάβει απόφαση για τυχόν χορήγηση χάρης, δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι θα λάβει υπόψη «μόνο το καλό της χώρας» στην τελική του κρίση.