Η ομάδα, με επικεφαλής τον Τομ Μπακς του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Chalmers, μέτρησε τη θερμοκρασία της κοσμικής σκόνης του Y1 και διαπίστωσε ότι λάμπει στους 90 Kelvin (≈−180°C). Το φως του Y1 χρειάστηκε πάνω από 13 δισεκατομμύρια χρόνια για να φτάσει στη Γη, γι’ αυτό και η παρατήρηση αφορά το πολύ πρώιμο Σύμπαν.
Για τη μέτρηση χρησιμοποιήθηκε το ραδιοτηλεσκόπιο ALMA, το οποίο διαθέτει την ευαισθησία να ανιχνεύει τη θερμότητα της υπερθερμασμένης σκόνης σε τόσο απομακρυσμένους γαλαξίες.
«Η θερμοκρασία είναι σίγουρα ψυχρή σε σύγκριση με τη σκόνη που συναντούμε στη Γη, αλλά είναι πολύ θερμότερη από οποιονδήποτε άλλο συγκρίσιμο γαλαξία που έχουμε δει», σημειώνει ο αστρονόμος Γιοΐτσι Ταμούρα και προσθέτει: «Αυτό επιβεβαίωσε ότι είναι πραγματικά ένα ακραίο εργοστάσιο αστεριών. Παρόλο που είναι η πρώτη φορά που βλέπουμε έναν γαλαξία σαν κι αυτόν, πιστεύουμε ότι θα μπορούσαν να υπάρχουν πολλοί περισσότεροι εκεί έξω. Εργοστάσια αστεριών, όπως ο Y1, θα μπορούσαν να ήταν συνηθισμένα στο πρώιμο Σύμπαν».
Η σημασία της ανακάλυψης έγκειται στο ότι προσφέρει μια λύση σε ένα μακροχρόνιο κοσμικό πρόβλημα: προηγούμενες παρατηρήσεις έδειχναν υπερβολική ποσότητα σκόνης σε νεαρούς γαλαξίες, δύσκολη να εξηγηθεί με τον σύντομο χρόνο ζωής τους. Όπως επισημαίνει η Λάουρα Σομοβίγκο, «μια μικρή ποσότητα θερμής σκόνης μπορεί να είναι εξίσου φωτεινή με μεγάλες ποσότητες ψυχρής σκόνης, και αυτό ακριβώς βλέπουμε στο Y1».
Η παρατήρηση δηλώνει ότι η θερμή, φωτεινή σκόνη μπορεί να κάνει τους πρώιμους γαλαξίες να φαίνονται πιο γεμάτοι σε σκόνη απ’ ό,τι πραγματικά είναι — μια εξήγηση που θα εξεταστεί με μελλοντικές παρατηρήσεις και μεγαλύτερα δείγματα γαλαξιών.