Δικαιούχοι είναι το 80% των ενοικιαστών της χώρας, όμως υπάρχει μία σημαντική λεπτομέρεια: Το ποσό που επιστρέφεται υπολογίζεται με βάση το ενοίκιο που δηλώθηκε. Για αυτό και είναι κρίσιμο να δηλώνονται στα συμβόλαια τα πραγματικά μισθώματα, ώστε οι ενοικιαστές να λαμβάνουν την πραγματική αποζημίωση που δικαιούνται.
Η πρώτη υλοποίηση του μέτρου έδειξε τα σημαντικά κοινωνικά οφέλη που έχει για τους πολίτες, ενώ για τα λάθη που έκαναν οι δικαιούχοι κατά την υποβολή των δηλώσεων, το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας φρόντισε να δοθεί παράταση διόρθωσης. Ομως, η διασταύρωση των στοιχείων ανέδειξε και μια βαθιά παθογένεια: τη δήλωση εξωφρενικά χαμηλών μισθωμάτων που δεν ανταποκρίνονται σε καμία περίπτωση στην πραγματικότητα.
Ενδεικτικά παραδείγματα που δηλώθηκαν στο Ε1 και στο ηλεκτρονικό μισθωτήριο είναι… 5 ευρώ για ακίνητο 107 τ.μ. στα Χανιά και 10 ευρώ για ακίνητο 111 τ.μ., στο Περιστέρι Αττικής! Οταν όλοι γνωρίζουμε πως οι τιμές των ενοικίων κυμαίνονται σε πολύ υψηλότερα επίπεδα, που αγγίζουν και ξεπερνούν τα 500, 600 και 700 ευρώ για μία μέση κατοικία. Πρόκειται για μία στρέβλωση η οποία αδικεί πρωτίστως τους ωφελούμενους.
Πρέπει, επιτέλους, να γίνει συνείδηση ότι για να αποδώσει μια φορολογική μεταρρύθμιση, υπέρ των πολιτών, πρέπει να δηλώνονται στη φορολογική διοίκηση τα πραγματικά ποσά, είτε αυτά είναι εισοδήματα είτε ποσά ενοικίων και αγοραπωλησιών ακινήτων. Η δικαιολογία για υπέρμετρη φορολογική επιβάρυνση της ακίνητης περιουσίας δεν υπάρχει πια, αφού από το 2019 η κυβέρνηση της Ν.Δ. εφαρμόζει μια συστηματική και σταθερή πολιτική μείωσης φόρων των ακινήτων. Ανάμεσά τους η μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 35% μεσοσταθμικά και η σταδιακή κατάργησή του έως το 2027 σε οικισμούς με έως 1.500 κατοίκους, η μείωση του φόρου μεταβίβασης ακινήτων και γονικών παροχών, το πάγωμα των αντικειμενικών αξιών, η αναστολή ΦΠΑ νέων οικοδομών κ.ά.