Αν και η νέα συμφωνία-πλαίσιο μεταξύ ΗΠΑ και Ε.Ε. αποτρέπει προσωρινά έναν πλήρη εμπορικό πόλεμο, η Ευρωπαϊκή Ενωση εξακολουθεί να αντιμετωπίζει υψηλότερους δασμούς από τις ΗΠΑ, ανεπίλυτες ρυθμιστικές διαφορές και αυξανόμενη πίεση να ευθυγραμμιστεί στενότερα με τις οικονομικές και στρατηγικές προτεραιότητες των ΗΠΑ, γεγονός που θα διατηρήσει τον κίνδυνο πρόσθετων εμπορικών διαφορών στο μέλλον. Στις 27 Ιουλίου, ΗΠΑ και Ε.Ε. κατέληξαν σε συμφωνία-πλαίσιο σχετικά με το διμερές εμπόριο. Υστερα από συνάντηση μεταξύ του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στη Σκωτία, οι δύο πλευρές ανακοίνωσαν ότι οι ΗΠΑ θα επιβάλουν δασμούς 15% στις περισσότερες εισαγωγές από την Ενωση, με τον Τραμπ να δηλώνει ότι η Ε.Ε. θα αγοράσει αμερικανικά ενεργειακά προϊόντα αξίας 750 δισ. δολ. και θα επενδύσει επιπλέον 600 δισ. δολ. στις ΗΠΑ μέχρι το τέλος της θητείας του το 2029. Ανέφερε επίσης ότι η Ε.Ε. θα αγοράσει -χωρίς να καθορίζεται το ποσό- αμερικανικά όπλα και γεωργικά προϊόντα ως μέρος της συμφωνίας.
Σύμφωνα με την Ε.Ε., οι αμερικανικοί δασμοί ύψους 15% θα ισχύουν για προϊόντα, όπως αυτοκίνητα και ημιαγωγούς, αλλά οι εξαγωγές χάλυβα και αλουμινίου από την Ευρώπη θα εξακολουθήσουν να υπόκεινται σε δασμούς ύψους 50%.
Επιπλέον, οι ΗΠΑ θα επιτρέψουν την αφορολόγητη είσοδο για τις εξαγωγές της Ε.Ε. αεροσκαφών και ανταλλακτικών αεροσκαφών, ορισμένων ιατρικών συσκευών και ορισμένων φυσικών πόρων που δεν διατίθενται στην εγχώρια αγορά, όπως ο φελλός. Σύμφωνα με τη φον ντερ Λάιεν, οι αμερικανικές εξαγωγές «όλων των αεροσκαφών και ανταλλακτικών, ορισμένων χημικών προϊόντων, ορισμένων γενόσημων φαρμάκων, εξοπλισμού ημιαγωγών, ορισμένων γεωργικών προϊόντων, φυσικών πόρων και σημαντικών πρώτων υλών» θα απολαμβάνουν επίσης αφορολόγητη πρόσβαση στην αγορά της Ε.Ε. Οι δασμοί των ΗΠΑ επί των φαρμακευτικών προϊόντων της Ε.Ε. θα καθοριστούν μετά την ολοκλήρωση της έρευνας εθνικής ασφάλειας του τομέα βάσει του άρθρου 232 από τις ΗΠΑ, αν και η Ε.Ε. τόνισε ότι οι δασμοί δεν θα υπερβαίνουν σε καμία περίπτωση το 15%. Οπως και σε πολλά άλλα μέρη της συμφωνίας-πλαισίου, οι δασμοί για το κρασί, τα οινοπνευματώδη και για ορισμένα γεωργικά προϊόντα της Ε.Ε. παραμένουν υπό διαπραγμάτευση.
Η συμφωνία αποτρέπει την κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου, ο οποίος θα είχε αρνητικές επιπτώσεις και στις δύο οικονομίες. Η συμφωνία επετεύχθη λίγες ημέρες πριν από την έναρξη ισχύος, την 1η Αυγούστου, των αμερικανικών δασμών ύψους 30% επί των προϊόντων της Ε.Ε. Εάν δεν είχε επιτευχθεί συμφωνία για τη μείωση του δασμολογικού συντελεστή, η Ε.Ε. θα είχε επιβάλει δασμούς ως αντίποινα σε εισαγωγές από τις ΗΠΑ, αξίας 93 δισ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένων αυτοκινήτων, σόγιας και αεροσκαφών. Οπως και με τις πρόσφατες συμφωνίες του Λευκού Οίκου με άλλους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ, η συμφωνία που επετεύχθη με την Ε.Ε. παραμένει μια καταρχήν συμφωνία, με πολλές λεπτομέρειες να παραμένουν αδιευκρίνιστες ή ανεπίλυτες. Αυτό αφήνει περιθώρια για διαφωνίες μεταξύ Ουάσιγκτον και Βρυξελλών σχετικά με το τι συμφωνήθηκε πραγματικά και πώς θα εφαρμοστεί, κάτι που θα μπορούσε να οδηγήσει σε κλιμάκωση των εμπορικών εντάσεων στο μέλλον.
Ωστόσο, η συμφωνία επιβάλλει υψηλότερο κόστος στους εξαγωγείς της Ε.Ε. και αφήνει ανεπίλυτες βασικές ρυθμιστικές διαφορές, ανοίγοντας τον δρόμο για νέες διμερείς εμπορικές συγκρούσεις στο μέλλον. Ο δασμολογικός συντελεστής 15% για τα προϊόντα της Ε.Ε. ευθυγραμμίζεται με τις πρόσφατες συμφωνίες των ΗΠA με χώρες, όπως η Ιαπωνία και το Βιετνάμ, θέτοντας την Ε.E. σε σχετικά ισότιμη βάση όσον αφορά την πρόσβαση στην αμερικανική αγορά. Ωστόσο, ο συντελεστής αυτός είναι σημαντικά υψηλότερος από την πρόταση για μηδενικούς δασμούς που είχαν αρχικά υποβάλει οι Βρυξέλλες και επίσης υψηλότερος από τον συντελεστή 10% που η Ε.Ε. ήταν διατεθειμένη να αποδεχτεί στις αρχές Ιουλίου. Πράγματι, οι Ευρωπαίοι εξαγωγείς εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σημαντικά υψηλότερους δασμούς απ’ ό,τι πριν από την κυβέρνηση Τραμπ, γεγονός που, σε συνδυασμό με την υποτίμηση του αμερικανικού δολαρίου κατά 13% έναντι του ευρώ κατά το τελευταίο έτος, θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στις ευρωπαϊκές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ. Ενώ ορισμένες ευρωπαϊκές εταιρίες ενδέχεται να προσπαθήσουν να απορροφήσουν το επιπλέον κόστος ή να μεταφέρουν την παραγωγή τους στις ΗΠΑ για να μετριάσουν τον αντίκτυπο των δασμών, οι Αμερικανοί καταναλωτές πιθανότατα θα αντιμετωπίσουν υψηλότερες τιμές σε πολλά προϊόντα της Ε.Ε. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η συμφωνία-πλαίσιο δεν αντιμετωπίζει τις μακροχρόνιες κριτικές των ΗΠΑ για την κανονιστική πολιτική της Ε.Ε., συμπεριλαμβανομένης της έκφρασης στο Διαδίκτυο, της διαχείρισης δεδομένων, των ψηφιακών φόρων και του ΦΠΑ.
Αν και αυτό μπορεί να φαίνεται ως μια βραχυπρόθεσμη νίκη των Βρυξελλών, αυτά τα άλυτα ζητήματα θα μπορούσαν μελλοντικά να αναζωπυρώσουν τις εντάσεις με την Ουάσιγκτον. Επιπλέον, ορισμένες πτυχές της συμφωνίας εξαρτώνται από τις ενέργειες ιδιωτικών εταιριών. Αυτό σημαίνει ότι οι Βρυξέλλες από μόνες τους δεν μπορούν να τηρήσουν αυτές τις υποσχέσεις, κάτι που θα μπορούσε να ενοχλήσει τον Λευκό Οίκο. Το εμπορικό πλεόνασμα της Ε.Ε. έναντι των ΗΠΑ θα μειώσει επίσης την επιρροή της Ενωσης εάν και όταν προκύψει η επόμενη διμερής εμπορική διαμάχη. Από πολιτική άποψη, η συμφωνία προκάλεσε ανάμικτες αντιδράσεις στην Ευρώπη: η Γερμανία, η Ιταλία και η Ιρλανδία (οι οποίες έχουν σημαντική έκθεση στην αγορά των ΗΠΑ) χαιρέτισαν την αποκλιμάκωση, ενώ η Γαλλία (η οποία εξάγει λιγότερο στις ΗΠΑ) εξέφρασε την απογοήτευσή της. Ωστόσο, αυτή η εμπορική συμφωνία, μαζί με την πρόσφατη συμφωνία των ΗΠΑ με τους Ευρωπαίους εταίρους τους στο ΝΑΤΟ για αύξηση των στρατιωτικών δαπανών, συμβάλλει στην ενίσχυση της διατλαντικής ενότητας μετά από μήνες αβεβαιότητας εν μέσω του πολέμου στην Ουκρανία και των αυξανόμενων εντάσεων με την Κίνα.

