Η κυβέρνηση έχει “εξαφανίσει” το καλοκαίρι για μεγάλη μερίδα του πληθυσμού». Μέχρι σήμερα ξέραμε πως οι εποχές χάνονται από την κλιματική κρίση, τώρα μάθαμε πως τέτοιες ικανότητες έχουν και οι κυβερνήσεις. Πέρα από τα αστεία, αυτό που σίγουρα έχει χαθεί είναι η αίσθηση του μέτρου στην αντιπολίτευση.
Κανείς δεν αμφισβητεί τα στοιχεία της Eurostat, όμως ας κάνουμε μερικές χρήσιμες διευκρινίσεις. Τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν αφορούν το 2024 σε σχέση με το 2023 και όχι το φετινό καλοκαίρι. Χρήσιμο θα ήταν επίσης να βλέπαμε την εξέλιξη των δεικτών στη διάρκεια των χρόνων. Για παράδειγμα, το 2018, πάντα από τη Eurostat, το ποσοστό των Ελλήνων που δήλωναν ότι δεν μπορούν να πάνε διακοπές ήταν 51%, δηλαδή πολύ υψηλότερο.
Πρόκειται για μια αντιπαράθεση που θα μπορούσε να συνεχίζεται επ’ άπειρον, με τις εκατέρωθεν πλευρές να προβάλλουν πλήθος στοιχείων. Ο υπουργός Επικρατείας, Ακης Σκέρτσος, παρέθεσε πολύ συγκεκριμένα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ. για τον εσωτερικό τουρισμό κατ’ έτος, που δείχνουν ότι όλο και περισσότεροι Ελληνες, για την ακρίβεια 815.000 περισσότεροι από το 2015 και 448.000 περισσότεροι από το 2019, κάνουν πλέον καλοκαιρινές διακοπές συγκριτικά με τα προηγούμενα χρόνια.
Αλλά εντάξει, δεν υπάρχει αντιπολίτευση η οποία να μην έχει χρησιμοποιήσει το συγκεκριμένο επιχείρημα. Είναι το αντίστοιχο που χρησιμοποιούν οι εμπορικοί σύλλογοι μετά από κάθε εκπτωτική σεζόν. Ποτέ και κανείς δεν παραδέχθηκε αύξηση τζίρου. Εν κατακλείδι, δεν λέμε πως τα πράγματα είναι ειδυλλιακά και πως οι Ελληνες πλούτισαν ξαφνικά και φεύγουν για διακοπές με τις θαλαμηγούς τους.
Ομως κανείς δεν μπορεί επίσης να ισχυριστεί πως τα πράγματα είναι χειρότερα από πέρσι ή πρόπερσι. Ολοι οι οικονομικοί δείκτες είναι βελτιωμένοι, το μέσο εισόδημα έχει αυξηθεί και, παρά την ακρίβεια και το κόστος των ακτοπλοϊκών μετακινήσεων, περισσότεροι Ελληνες πήγαν ή θα πάνε φέτος διακοπές. Και πριν κάποιος από την αντιπολίτευση πει πως οι δείκτες είναι πλασματικοί, ας σκεφτεί πως και εκείνοι δείκτες επικαλούνται.