Για έκτη χρονιά η εφημερίδα μας φιλοξενεί διηγήματα, και φέτος αναφέρονται στο ταξίδι. Ταξίδι είναι η γνωριμία με έναν καινούργιο τόπο, είτε στη χώρα μας είτε στο εξωτερικό. Αποτελεί μια διαφυγή, μια δραπέτευση από την καθημερινότητα. Ο ταξιδιώτης γνωρίζει μαθαίνει συνομιλεί με ανθρώπους μαθαίνει νέα πράγματα και ανοίγει τους ορίζοντες της ζωής του. Ανθρωποι που έχουν ταξιδέψει έχουν μεγαλύτερη πείρα στην επίλυση των προβλημάτων και είναι πιο ευέλικτοι στους χειρισμούς τους.
Κάποτε οι συγγραφείς έγραφαν κατά παραγγελία ανέκδοτα διηγήματα σε εφημερίδες, περιοδικά και διαβάζονταν με μεγάλη αγάπη. Μετά επικράτησε η μόδα να γράφονται νουβέλες και μυθιστορήματα που γίνονταν βιβλία και τα αποκαλούσαν ταξιδιωτικά βιβλία. Ακόμη και σήμερα, που από την οθόνη μαθαίνουμε τόσα πράγματα, δεν έχουμε τη σχέση με αυτά που γράφει ο συγγραφέας και μας διηγείται. Είναι η γλώσσα της ψυχής που γοητεύει την ψυχή και αγκαλιάζει τη θέρμη της ύπαρξής μας.
Τριάντα επτά σύγχρονοι Ελληνες συγγραφείς μάς ταξιδεύουν και μας δροσίζουν με την πένα τους. Οι περιγραφές των ταξιδιών μέσα από τη γραφή αποκτούν μια νέα δυναμική, αφού το προσωπικό ύφος των δημιουργών μάς δίνει την ευκαιρία να απολαύσουμε τις διηγήσεις και τις αφηγήσεις.
Κάθε εφημερίδα είναι εστία πολιτισμού. Η δική μας εφημερίδα αγαπά το βιβλίο και σας χαρίζει υπέροχες στιγμές με τα καλοκαιρινά αναγνώσματα.
Σας καλωσορίζουμε στον κόσμο της γραφής.
Επίσκεψη στην αρχαία Ασίνη…

Ο βασιλιάς της Ασίνης! Ποίημα-επίτευγμα! Το ήξερα χρόνια. Το διάβαζα χρόνια. Το μελετούσα χρόνια. Κάθε του στίχο, κάθε του γράμμα. Και την παραμικρή ανωφέρεια και κατωφέρεια. Και την παραμικρή λεπτομέρεια. Το κουβαλούσα πάντα μαζί. Μέσα μου. Ηξερα ότι ο Σεφέρης το πάλευε δύο χρόνια. Μα πηγαίνοντας στην Αλβανία ξέχασε τις σημειώσεις του. Το δούλεψε λοιπόν χωρίς αυτές. Και του βγήκε ξαφνικά σε μια νύχτα. Ποίημα θαύμα! Για τη φθορά, το κενό, την απουσία, τον θάνατο. Που είναι κάτι παραπάνω από σίγουρος. Σ’ αυτόν τον λόφο, σ’ αυτό το κάστρο δίπλα στο Τολό, στάθηκε όρθιος απέναντι στην τραγική επίγνωση. Του αμετάκλητου τέλους του. Του αμετάκλητου τέλους των πάντων… «Κι ο ποιητής ένα κενό…»
Πέρασαν χρόνια. Ενα χειμωνιάτικο Σαββατοκύριακο βρισκόμουν στο Ναύπλιο. Το πρωί της Κυριακής αποφάσισα να κάνω μια βόλτα προς Τολό. Απρογραμμάτιστα. Δεν ήξερα πού θα πήγαινα. Ο καιρός άσχημος. Μπερδεμένος. Αναποφάσιστος. Μία έφερνε καμία ψιχάλα, μία πήγαινε ν’ ανοίξει. Μα ούτε άνοιγε. Σύννεφα έτρεχαν στον ουρανό, αφήνοντας ενίοτε να φαίνεται ένας αδύναμος, βαριεστημένος ήλιος. Και φυσούσε. Ξαφνικά εμπρός μου μία ταμπέλα… «Αρχαία Ασίνη»! Η καρδιά μου φτερούγισε. Εστριψα και προχώρησα στον χωματόδρομο που με έβγαλε δίπλα από τον λόφο της αρχαίας Ασίνης. Εσβησα. Φυσούσε. Πήρα το μονοπάτι και ανέβηκα. Στον λόφο που ύψωσε σε ιερό ο Σεφέρης…«Από το μέρος του ήλιου ένας μακρύς γιαλός ολάνοιχτος…».
Πράγματι! Από το μέρος του ήλιου ένας μακρύς γιαλός ολάνοιχτος. Την πρώτη στιγμή που τον είδα, μια λάμψη αχτίδων χύθηκε από ψηλά πάνω στα κύματα, που έπεφταν ανάγλυφα και θολά στη καφετιά ευθύγραμμη αμμουδιά… «Και το φως τρίβοντας διαμαντικά στα μεγάλα τείχη…» Ημουν λοιπόν εκεί! Είχα βρεθεί ξαφνικά, ίσως όχι σε έναν πραγματικό τόπο, αλλά στη μέση ενός ποιήματος! Από τα ωραιότερα που είχα διαβάσει ποτέ. Ψυχή τριγύρω! Φυσούσε. Αρχισα να περπατώ αργά. Τι γύρευα σ’ αυτήν την ερημιά; Τον βασιλιά της Ασίνης; Τα χνάρια του Σεφέρη; Ενα στεγνό πιθάρι στο σκαμμένο χώμα; Εμένα, το κενό μου ή μια εντάφια προσωπίδα;… «Πίσω από τα μεγάλα μάτια τα καμπύλα χείλια τους βοστρύχους/ ανάγλυφα στο μαλαματένιο σκέπασμα της ύπαρξής μας/ένα σημείο σκοτεινό που ταξιδεύει σαν το ψάρι»…
Τι γυρεύει τελικά η ψυχή μας; Μήπως γυρεύει τσιρίζοντας τον άλλον κόσμο; Τσιρίζοντας! Μα πώς του ήρθε αυτή η λέξη; Σε πάει πιο μακριά από κει που περιμένεις. Μήπως έγραφε με κερί και ανοιχτό παράθυρο; Μήπως έμεινε κάμποσα λεπτά, κολλημένος στη φράση… «κι η ψυχή που γύρεψε…» ψάχνοντας εναγώνια την επόμενη λέξη; Μήπως ξαφνικά φύσηξε από το ανοιχτό παράθυρο, η φλόγα τρεμόπαιξε… τσίριξε λίγο πριν σβήσει και κει ακριβώς η αναλαμπή… Τσιρίζοντας! «η ψυχή που γύρεψε τσιρίζοντας τον κάτω κόσμο…»! Καταπληκτικό! Σε πάει μακριά, εκεί που δεν το περιμένεις. Σου φανερώνει αλήθειες που δεν τις περιμένεις. Ενα κερί… Το ανοιχτό παράθυρο…. Ο αέρας. Ο Σεφέρης στην Αλβανία και ο Ομηρος…«τρίζουσαι ποτέονται»…

Κοίταξα πέρα μακριά, τα πλοία στο άφαντο λιμάνι που ήταν και δεν είναι. Ολα μαζί γραμμή. Πήγαιναν στην Τροία. Ημουν κι εγώ εκεί ή κάποιος άλλος πίσω μου, που μου ’δωσε το αίμα του; Και μου μιλά μέσα απ’ αυτό το αίμα; Τι γυρεύαμε στην Τροία ακολουθώντας αδιαμαρτύρητα τον βασιλιά μας; Για ένα πουκάμισο αδειανό, για μιαν Ελένη… Οχι ας μη φύγω από δω, ας μη μεταφερθώ σε άλλο ιερό… Ας μείνω. Σ’ αυτόν τον βράχο. Σ’ αυτό το χάσμα του χρόνου…
Τριγυρνούσα ανάμεσα στα βράχια και τις πέτρες σαν ξωτικό, παρακολουθώντας το δράμα της εξαφάνισης… της απουσίας. Ανθρώπων, βασιλείων, πολιτισμών. Πέτρες τριγύρω. Υποψία τειχών και όχι ακριβώς τείχη. Ποιος σκοτεινός Θεός τα γκρέμισε; Πιο κει μια τρύπα παράταιρη, ένα κρυφό πηγάδι. Νάταν από κει… νάταν απ’ αυτήν τη σκοτεινιά που ξεπήδησε ξάφνου η νυχτερίδα και χτύπησε στο φως σα σε ασπίδα;… Κι η νυχτερίδα ένα κενό… Εκσταση! Λείπουμε κιόλας. Εχουμε ήδη φύγει!… «Μένουμε τώρα ανυπόστατοι λυγίζοντας/σαν τα κλωνάρια της φριχτής ιτιάς σωριασμένα μέσα στη διάρκεια της απελπισίας…».
Ο Βασιλιάς της Ασίνης ήταν εδώ ακριβώς που πατώ! Οι στρατιώτες του με τις αστραφτερές πανοπλίες ήταν εδώ ακριβώς που πατώ! Οι υπηρέτες του, οι γυναίκες του, εδώ! Πάνω σ’ αυτά τα βράχια, μέσα σ’ αυτά τα τείχη, να κουβαλάνε λάδια, φρούτα και πιθάρια! Μια λέξη μόνο. «Ασίνη τε…». Φτάνει μια λέξη για να σε σώσει; Ναι, αν την έχει γράψει ή την έχει προφέρει ο Ομηρος…
Ο Σεφέρης ήταν εδώ! Κοιτάζω γύρω. Κανείς! Ολομόναχος. Πάνω σ’ αυτόν τον λόφο, μέσα σ΄ αυτό το ποίημα! Πού πήγαν όλοι; Μόνος! Αγγίζω τις πέτρες για ν’ αγγίξω την αφή τους από την άλλη μεριά. Υποψιαζόμαστε άραγε ο ένας την παρουσία του άλλου; Στέκομαι για λίγο στη λέξη… «σκουτάρι». Σηκώνω τα δάχτυλα, την ακουμπώ. Γκρίζα, σκουριασμένη, πολύτιμη λέξη. Σαν παλαιό άροτρο παρατημένο πια σε μιαν άκρη μα αίφνης πολύτιμο σαν εύρημα, γιατί το έχουν φτιάξει, το έχουν προφέρει αρχαία, άφαντα χείλη… Κι έχει οργώσει εκατοντάδες χρόνια τη μνήμη… Καταργώ τον χρόνο. Οι άκρες των δαχτύλων μας ενώνονται. Ξαναθυμάμαι!… Κάτι πουλιά φτερουγίζουν αδιάφορα ανάμεσα στους θάμνους. Σκηνώματα! Σκηνώματα ζωής…
Βέλος στον μήλιγγα. Από περίπολο Τρώων… Την ώρα που πλενόμουν. Κι η τέφρα, τα κόκαλά μου θαμμένα εκεί… Με έθαψαν οι σύντροφοι την ώρα που βασίλευε ο ήλιος -στάδια είκοσι από της Τροίας τα τείχη-… τοποθετώντας δίπλα μου κάτι φτωχά κτερίσματα. Καμιά… καμιά εντάφια προσωπίδα. Δε γύρισα πίσω… Δε μ’ είδε ξανά η μαυρομάτα. Μα τότε, γιατί εδώ; Μόνος, σ’ ένα σωριασμένο βασίλειο ενώ φυσά ακατάπαυστα; Ποιος είμαι;… Ποιος τελικά είμαι; Μήπως είμαι ο βασιλιάς; Ο βασιλιάς της Ασίνης ή μήπως ένας νεκρός πολεμιστής του;…
Πήρα τον δρόμο του γυρισμού. Στο αυτοκίνητο με περίμεναν η γυναίκα και τα παιδιά μου. Πώς από βασιλιάς, πώς από νεκρός πολεμιστής, βρέθηκα ξάφνου τόσο μπροστά στον χρόνο; Με μια γυναίκα και δύο παιδιά να περιμένουν, να τα πάω με αυτοκίνητο σ’ έναν παιδότοπο στο Ναύπλιο;
Βέλος στον μήλιγγα. Το τελευταίο που θυμάμαι, πως είχα σκύψει να πλυθώ…
Αύριο γράφει η Ερη Ρίτσου
Ειδήσεις Σήμερα
- Τραγωδία: Νεκρός Ιταλός αθλητής – Κατέρρευσε στους Παγκόσμιους Αγώνες προσανατολισμού
- Χαλκίδα: Αυτοκίνητο στούκαρε σε σταθμευμένο όχημα και «μπούκαρε» σε μανάβικο
- Συντάξεις ενστόλων: Τα όρια ηλικίας και οι προϋποθέσεις για τη συνταξιοδότηση – Οι πίνακες και τα ποσά στο EleftherosTypos.gr
- Διακοπή κυκλοφορίας στο ύψος των διοδίων της Ελευσίνας – Εκτροπή φορτηγού
- Κριστιάνο Ρονάλντο -Τζορτζίνα Ροντρίγκεζ: Από τη γνωριμία στο «ναι» – Ο έρωτάς τους, ο αρραβώνας και η οικογένεια που δημιούργησαν
- Λυκαβηττός: Άνδρας έπεσε στο κενό από τον λόφο – Μεταφέρεται από την πλαγιά με φορείο

