Ο σχεδιασμός του υπουργείου, μετά το τέλος του ΤΑΑ, είναι η συνέχιση των συγχρηματοδοτούμενων από κοινοτικούς πόρους δαπανών προς τρεις κατευθύνσεις. Η πρώτη θα είναι η έμμεση επέκταση των χρηματοδοτήσεων από το ΤΑΑ. Αυτό μπορεί να γίνει με φορείς χρηματοδοτήσεων συγκεκριμένων δράσεων (π.χ. ένα ευρύ στεγαστικό πρόγραμμα) όπου θα μεταφερθούν συγκεκριμένοι πόροι του ΤΑΑ. Κάτι τέτοιο μπορεί να επεκτείνει τις χρηματοδοτήσεις του ΤΑΑ και μετά το 2027, φτάνει οι συμβάσεις για τον νέο φορέα να έχουν υπογραφεί μέχρι και τον Αύγουστο του 2026. Μια εναλλακτική λύση είναι τα μεταφερθούν νέοι πόροι στην Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα για επενδύσεις μικρομεσαίων επιχειρήσεων σε πράσινη και ψηφιακή μετάβαση. Και σε αυτή την περίπτωση η μεταφορά των πόρων θα πρέπει να γίνει άμεσα. Ούτως η άλλως, με βάση τον σημερινό σχεδιασμό, το Ταμείο Ανάκαμψης θα έχει μια «ουρά» υλοποίησης, η οποία θα φτάσει ή και θα ξεπεράσει το 2027, μέσω των ιδιωτικών επενδύσεων που θα χρηματοδοτηθούν τελευταίες από τα δάνεια του ΤΑΑ μέσα στο 2026. Η άτυπη επέκταση του ΤΑΑ μέχρι και το τέλος του 2027 εκτιμάται ότι μπορεί να φέρει κοινοτικούς πόρους έως και 5,5 δισ. τον μεθεπόμενο χρόνο.
Ολοκλήρωση ΕΣΠΑ
Η ολοκλήρωση του ΕΣΠΑ 2021-2027 είναι άλλη μία δίοδος εκμετάλλευσης κοινοτικών πόρων. Η Ελλάδα έχει να υλοποιήσει το ΕΣΠΑ 2021-2027, από το οποίο απομένει να απορροφηθούν περίπου 24,5 από τα συνολικά 26,2 δισ. ευρώ της δημόσιας δαπάνης. Το πρόγραμμα αυτό έχει ανακόψει τον ρυθμό υλοποίησης εν όψει της ενδιάμεσης αναθεώρησης, η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί μέχρι και τον Μάρτιο του 2026. Σύμφωνα με το υπουργείο, η αναθεώρηση του προγράμματος θα είναι μικρή, της τάξης των 400-500 εκατ. ευρώ, και θα ανακατευθύνει πόρους κυρίως προς νέα χρηματοδοτικά εργαλεία για τη εξασφάλιση προσιτής στέγης. Οπως τονίζουν κύκλοι του ΥΠΕΘΟ, η τρέχουσα προγραμματική περίοδος είναι φορτωμένη με πολλά «έργα-γέφυρες» από την προηγούμενη περίοδο, ενώ περιλαμβάνει έργα πράσινης και ψηφιακής μετάβασης με συνολική δημόσια δαπάνη ύψους περίπου 7,5 δισ. ευρώ, που δεν μπορεί να περικοπεί. Πρόσφατα, το τρέχον ΕΣΠΑ φορτώθηκε και με επιπλέον έργα συνολικού προϋπολογισμού 600 εκατ. ευρώ, τα οποία απεντάχθηκαν από το ΤΑΑ λόγω καθυστερήσεων.
Τα νέα εργαλεία
Μια νέα ευκαιρία, ώστε να μην καταγράψουν υποχώρηση οι δημόσιες επενδύσεις μετά το τέλος του ΤΑΑ, είναι οι νέες χρηματοδοτικές πρωτοβουλίες της Ε.Ε. για το περιβάλλον με χρήματα που συγκεντρώθηκαν από το κοινό ταμείο όπου συγκεντρώνονται τα έσοδα από την εμπορία ρύπων εντός της Ε.Ε.
Από την πηγή αυτή ανακοινώθηκαν πρόσφατα χρηματοδοτήσεις ύψους 8 δισ. ευρώ για την περίοδο από το 2026 μέχρι και το 2032, για την προστασία του περιβάλλοντος και την καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας. Συγκεκριμένα, σε ευρεία διυπουργική σύσκεψη υπό τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Κωστή Χατζηδάκη, ανακοινώθηκε η διάθεση των 8 δις, μέσα από τρία νέα ταμεία. Συγκεκριμένα θα διατεθεί ποσό 4,7 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 25% εθνική δαπάνη, προέρχεται από το Κοινωνικό Κλιματικό Ταμείο με δυνητικά ωφελουμένους 1,5 εκατομμύριο ενεργειακά και μεταφορικά ευάλωτα νοικοκυριά και πάνω από 75.000 πολύ μικρές επιχειρήσεις. Ποσό 1,6 δισ. ευρώ το οποίο προέρχεται από πόρους του Ταμείου Εκσυγχρονισμού, με χρονοδιάγραμμα υλοποίησης έως το 2030 θα διατεθεί ωφελούμενους ιδιώτες, επιχειρήσεις και φορείς του Δημοσίου, και ποσό ύψους 1,775 δισ. από το Ταμείο Απανθρακοποίησης Νήσων με χρονοδιάγραμμα υλοποίησης έως το 2032.
Αύξηση του εθνικού σκέλους του ΠΔΕ
Η πρόσφατη μόνιμη αύξηση των πόρων του αμιγώς εθνικού σκέλους του ΠΔΕ, κατά 500 εκατ. ευρώ, με την ανακοίνωση της υπεραπόδοσης της οικονομίας για το 2024, ήταν κάθε άλλο παρά τυχαία κίνηση. Δημόσιες υποδομές οι οποίες έχουν μεγάλη τοπική σημασία, αλλά συμβάλλουν, μόνο έμμεσα στα δίκτυ μεταφορών της Ευρώπης, σιγά σιγά απωθούνται από τις κοινοτικές χρηματοδοτικές πρωτοβουλίες. Ωστόσο, θα πρέπει να συνεχιστούν και να ολοκληρωθούν. Για αυτό το ΥΠΕΘΟ επέλεξε να αυξήσεις τους αμιγώς εθνικούς πόρους για δημόσιες επενδύσεις και να εντείνει τις συμπράξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα. Δεύτερος τρόπος βελτίωσης των υποδομών είναι οι αποκρατικοποιήσεις τις οποίες διαχειρίζεται το Υπερταμείο.
