Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, το αντίστοιχο έλλειμμα υπερβαίνει τα 50 εκατομμύρια εργαζόμενους, ενώ η Ελλάδα συνεχίζει να βασίζεται σε κοστοβόρες διμερείς συμφωνίες εισαγωγής εργατικού δυναμικού.
Αντ’ αυτού, όπως τονίζει η έκθεση «Από την επιβίωση στην ένταξη», η χώρα μας θα μπορούσε να επενδύσει στους νέους που ήδη βρίσκονται εδώ με την ύπαρξη ενός σταθερού πλαισίου παιδικής προστασίας, την εντατική εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας, συνέργειες με πανεπιστήμια και τεχνικές σχολές για να αποκτήσουν επαγγελματική κατάρτιση, καθώς και με τη διασύνδεσή τους με εργοδότες.
Η «The HOME Project», από το 2016, έχει προσφέρει ολοκληρωμένες υπηρεσίες παιδικής προστασίας σε πάνω από 1.400 ασυνόδευτα παιδιά από περισσότερες από 40 χώρες. Πολλά από αυτά έχουν σήμερα ενταχθεί στην αγορά εργασίας, σπουδάζουν σε ελληνικά και ξένα πανεπιστήμια, ή έχουν γίνει ενεργοί πολίτες. Ενδεικτικά, το 50% του προσωπικού της οργάνωσης προέρχεται από τη μεταναστευτική κοινότητα. Ωστόσο, η πραγματικότητα παραμένει δύσκολη.
«Αν και η Ελλάδα έχει κάνει ορισμένα θετικά βήματα -όπως η θέσπιση ποιοτικών προδιαγραφών για τους ξενώνες φιλοξενίας ασυνόδευτων ανηλίκων και η δημιουργία ενός Εθνικού Συστήματος Επιτροπείας- η εφαρμογή μιας δίκαιης πολιτικής ένταξης παραμένει προβληματική», σημειώνεται χαρακτηριστικά.
Οπως αναφέρει η έκθεση, πολλά παιδιά παραμένουν για μήνες στις αποκαλούμενες «Ασφαλείς Περιοχές» χωρίς επαρκή φροντίδα, ιατρική περίθαλψη, εκπαίδευση ή νομική εκπροσώπηση. Παράλληλα, οι θέσεις σε ξενώνες μειώθηκαν από 2.500 σε 1.500, ενώ στην εκπαίδευση, οι τάξεις υποδοχής περιορίζονται και στην Αθήνα μειώθηκαν κατά 30% το 2024.
ΑΚΑΛΥΠΤΟΙ ΕΝΗΛΙΚΟΙ
Η Ελλάδα, σε αντίθεση με χώρες όπως η Ισπανία (νομιμοποίησε 1.000.000 πρόσφυγες) και η Ιταλία (500.000 άδειες παραμονής), δεν έχει εφαρμόσει μια ενιαία, βιώσιμη πολιτική ένταξης. Το πρόγραμμα Helios Junior, που αναμένεται να καλύψει μόλις 2.000 νέους 18–21 ετών, αφήνει ακάλυπτους όσους έχουν ήδη ενηλικιωθεί.
ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΕΠΕΝΔΥΣΗ
Οπως δηλώνει η γενική διευθύντρια της οργάνωσης, Σοφία Κουβελάκη: «Ζούμε σε μια χώρα που δυσκολεύεται να καλύψει τις ανάγκες της αγοράς. Την ίδια στιγμή, χιλιάδες παιδιά βρίσκονται ήδη εδώ και μπορούν να συνεισφέρουν. Η ένταξη δεν είναι απειλή. Είναι αναγκαία επένδυση για το κοινό μας μέλλον».