Ο γνωστός ως «στρατιώτης F», του οποίου η ταυτότητα παραμένει άγνωστη, είχε κατηγορηθεί για τη δολοφονία των Τζέιμς Ρέι και Ουίλιαμ Μακίνεϊ, που σκοτώθηκαν κατά τη διαδήλωση για τα πολιτικά δικαιώματα στις 30 Ιανουαρίου 1972 στο Ντέρρι.
Στο δικαστήριο, ο βετεράνος αθωώθηκε επίσης για πέντε απόπειρες δολοφονίας. Σύμφωνα με το SkyNews, ο ίδιος είχε αρνηθεί όλες τις επτά κατηγορίες που του είχαν απαγγελθεί.
Ο «στρατιώτης F» δεν κατέθεσε στο δικαστήριο, ωστόσο ακούστηκαν προηγούμενες καταθέσεις δύο αλεξιπτωτιστών, γνωστών ως «G» και «H», που βρίσκονταν μαζί του στο Glenfada Park North.
Η εισαγγελία βασίστηκε σε αυτές τις μαρτυρίες για να τον ενοχοποιήσει, καθώς σύμφωνα με αυτές ο κατηγορούμενος είχε ανοίξει πυρ. Ωστόσο, η υπεράσπιση αμφισβήτησε την αξιοπιστία των «G» και «H», επισημαίνοντας αντιφάσεις και κενά μεταξύ των καταθέσεών τους και των μαρτυριών άλλων μαρτύρων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τη Ματωμένη Κυριακή, το Σύνταγμα των Αλεξιπτωτιστών σκότωσε 13 ανθρώπους, εκ των οποίων οι έξι ήταν ανήλικοι. Σύμφωνα με μαρτυρίες, όλοι οι πυροβολημένοι ήταν άοπλοι και πέντε από αυτούς δέχθηκαν πισώπλατο τραύμα.
«Ματωμένη Κυριακή»: Μία «μαύρη» επέτειος για τη Β. Ιρλανδία
Στις 30 Ιανουαρίου του 1972, δολοφονήθηκαν 13 άτομα από στρατιώτες στην περιοχή Ντέρι της Βόρειας Ιρλανδίας.
Άγγλοι στρατιώτες των ειδικών δυνάμεων άνοιξαν πυρ κατά μιας ειρηνικής πορείας 10.000 καθολικών, που ζητούσαν την αποχώρηση των Βρετανών από τη Βόρεια Ιρλανδία και την ένωσή της με τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας. 26 διαδηλωτές δέχθηκαν πυροβολισμούς, ανάμεσά τους και 6 παιδιά. Πολλοί διαδηλωτές πυροβολήθηκαν πισώπλατα, καθώς έτρεχαν να αποφύγουν τα τεθωρακισμένα οχήματα των Βρετανών.
Η διαδήλωση θα γινόταν για τη διεκδίκηση πολιτικών δικαιωμάτων. Βασικά αιτήματα ήταν η αποφυλάκιση των πολιτικών κρατουμένων, η αποχώρηση των βρετανικών στρατευμάτων από τη Β. Ιρλανδία και η κατάργηση της «πολιτικής του εγκλεισμού», η οποία στην πραγματικότητα επέτρεπε στη Βρετανία να φυλακίζει υπόπτους για συμμετοχή στον IRA ακόμα και χωρίς να υπάρχει το παραμικρό στοιχείο.

Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι ήταν μια επιχείρηση – «σκούπα» του βρετανικού στρατού, που έγινε τον Αύγουστο του 1971, στη διάρκεια της οποίας συνελήφθησαν 342 Βορειοιρλανδοί που θεωρήθηκαν ύποπτοι για συμμετοχή στον IRA, χωρίς να υπάρχει κάποιο στοιχείο εναντίον τους. Μάλιστα η προτεσταντική κοινότητα (φιλοβρετανοί) έφτιαξε στρατόπεδα συγκέντρωσης, προκειμένου να κρατούνται εκεί οι καθολικοί.
Οι αντιδράσεις γίνονταν όλο και πιο έντονες. Στις αρχές Ιανουαρίου του 1972, αποφασίστηκε να απαγορευτούν οι διαδηλώσεις και οι συγκεντρώσεις για έξι μήνες. Η συγκεκριμένη απόφαση προκάλεσε οργισμένες αντιδράσεις.
Οι Βορειοιρλανδοί δεν υποχώρησαν και προγραμμάτισαν νέα διαδήλωση για την Κυριακή, 30 Ιανουαρίου. Η βρετανική κυβέρνηση «απαντά» με το να επιστρατεύσει κατά των διαδηλωτών Βρετανούς κομάντος. Συγκεκριμένα, έστειλε στην περιοχή το 1ο Τάγμα του Βρετανικού Συντάγματος Αλεξιπτωτιστών, μια στρατιωτική μονάδα εξαιρετικά σκληρή και φημισμένη σε πολεμικά μέτωπα.
Εκείνη την Κυριακή, περίπου 10.000 άνθρωποι συγκεντρώθηκαν στην καθολική συνοικία Μπόγκσαϊντ με κατεύθυνση το ιστορικό κέντρο της πόλης Ντέρι.
Ξαφνικά, δυνάμεις της αστυνομίας άρχισαν να καταβρέχουν τον κόσμο με μάνικες νερού, οι οργανωτές αποφάσισαν να διαλυθεί ο κόσμος σιγά σιγά.

Πριν προλάβει να συμβεί αυτό, αλεξιπτωτιστές αρχίζουν να καταδιώκουν τους διαδηλωτές, να συλλαμβάνουν αδιακρίτως και να κακοποιούν βάναυσα όποιον έβρισκαν μπροστά τους.Ταυτόχρονα, τεθωρακισμένα οχήματα των ειδικών δυνάμεων εισβάλλουν από τρία διαφορετικά σημεία και αποβιβάζουν στρατιώτες που παίρνουν θέσεις απέναντι στους εναπομείναντες διαδηλωτές.
Κάποια στιγμή Άγγλοι στρατιώτες των Ειδικών Δυνάμεων, υπό την επίβλεψη του συνταγματάρχη Ντέρεκ Ουίλφορντ και του υποδιοικητή Μάικ Τζάκσον, ανοίγουν πυρ ενάντια στους διαδηλωτές. Πρώτο πέφτει νεκρό ένα 17χρονο αγόρι.
Εκείνη την Κυριακή έπεσαν νεκροί 13 άνθρωποι, 6 εκ των οποίων ήταν ανήλικοι, ενώ άλλος ένας πέθανε ύστερα από 4 μήνες υποκύπτοντας στα τραύματά του. Δημοσιογράφοι και μάρτυρες, που ήταν εκείνη τη στιγμή μπροστά δηλώνουν ότι όσοι πυροβολήθηκαν ήταν άοπλοι και επίσης πυροβολήθηκαν πισώπλατα.
Στις 15 Ιουνίου 2010, μετά από 38 χρόνια, δόθηκε στη δημοσιότητα το επίσημο πόρισμα για τα γεγονότα της «Ματωμένης Κυριακής». Η έκθεση ανέφερε πως κανένα από τα θύματα δεν είχε την παραμικρή ευθύνη για τα γεγονότα που χαρακτηρίστηκαν «αδικαιολόγητα». Παράλληλα, ο πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον ζήτησε και επίσημα συγνώμη για το γεγονός.

