Η ζήτηση για γερμανικά προϊόντα παραμένει υποτονική· επιβαρυντικοί παράγοντες είναι οι αμερικανικοί δασμοί και δομικά προβλήματα στην αυτοκινητοβιομηχανία και στη χημική βιομηχανία, που περιορίζουν τις εξαγωγές. Οι οικονομολόγοι προβλέπουν ανάπτυξη 0,2% για το 2025, με ανάκαμψη να μην αναμένεται πριν από το 2026, παρά τις μαζικές κρατικές επενδύσεις δισεκατομμυρίων σε οδικά και σιδηροδρομικά δίκτυα και στην άμυνα.
Η κυβέρνηση του Φρίντριχ Μερτς δέχεται έντονες πιέσεις για μεταρρυθμίσεις. Η υπουργός Οικονομίας και Ενέργειας Κατερίνα Ράιχε τόνισε την ανάγκη αλλαγών στο ασφαλιστικό, στην αγορά εργασίας και στη φορολογία και υποσχέθηκε ότι «η κυβέρνηση θα συνεχίσει να εργάζεται για την επίτευξη αυτών των στόχων». Ο επικεφαλής οικονομολόγος της Commerzbank, Γιοργκ Κρέμερ, δηλώνει απαισιόδοξος: «Μη βιώσιμη ανάκαμψη χωρίς μεταρρυθμίσεις». Η αφετηρία της ανάκαμψης φαίνεται να εξαρτάται πλέον από την ταχύτητα και το εύρος των δομικών αλλαγών.
Ο πληθωρισμός δείχνει ήπια αποκλιμάκωση: ο δείκτης τιμών καταναλωτή υποχώρησε στο 2,3% τον Οκτώβριο (από 2,4% τον Σεπτέμβριο), ενώ ο δομικός πληθωρισμός διατηρείται στο 2,8%. Τα τρόφιμα όμως παραμένουν πολύ ακριβότερα σε σχέση με το προπανδημικό επίπεδο, κατά 37% κατά μέσο όρο. Σε ετήσια σύγκριση ο καφές αυξήθηκε σχεδόν 40%, το βοδινό κρέας 33,3% και το κοτόπουλο 29%, ενώ το ελαιόλαδο έπεσε 22,6% και η ζάχαρη 28,8%. Η τιμή του βουτύρου έχει διαμορφωθεί στα 1,39 ευρώ για 250 γραμμ. Οι τιμές ενέργειας κινούνται πτωτικά (φυσικό αέριο -11,2%, ηλεκτρικό ρεύμα -6,3%), αλλά η πίεση στα νοικοκυριά παραμένει καθώς οι μισθοί δεν έχουν αυξηθεί αναλογικά. Πηγή: Deutsche Welle.