Σύμφωνα με τον ίδιο, η συζήτηση επικεντρώθηκε «στις διμερείς μας σχέσεις, τον πόλεμο στην Ουκρανία και περιφερειακά ζητήματα». Όπως τόνισε, «Σημειώσαμε ότι θεωρούμε θετικό τον διάλογο που ξεκίνησε ο Τραμπ για το θέμα και συζητήσαμε τις συνεισφορές που μπορεί να προσφέρει η χώρα μας στις ειρηνευτικές προσπάθειες». Ο Ερντογάν ανέφερε ότι τέθηκε και το ζήτημα άμεσης συνάντησης στην Τουρκία, μεταφέροντας τη φράση του Πούτιν «Θα κρατήσω την υπόσχεσή μου» και εκφράζοντας την προσδοκία ότι η επίσκεψη θα πραγματοποιηθεί «πολύ σύντομα». Στο πλαίσιο αυτό κατέστησε σαφές ότι η Άγκυρα διεκδικεί ενεργό ρόλο σε πιθανές μεσολαβήσεις και ειρηνευτικές πρωτοβουλίες, προβάλλοντας την ιστορική και διπλωματική σχέση με τη Μόσχα ως παράγοντα επικοινωνίας και επιρροής.
Αναφερόμενος στην κατάσταση στη Μαύρη Θάλασσα και στις πρόσφατες επιθέσεις σε τουρκικά πλοία, ο Ερντογάν προειδοποίησε για τον κίνδυνο μετατροπής της περιοχής σε πεδίο συγκρούσεων και ζήτησε διασφάλιση της ναυσιπλοΐας. Στην τοποθέτησή του είπε: «Όπως γνωρίζετε, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ εμπλέκεται σε αυτό το θέμα. Η ειρήνη δεν είναι μακριά, το βλέπουμε αυτό. Το μόνο που πρέπει να κάνουμε είναι να στρέψουμε την πορεία μας προς την ειρήνη. Η Μαύρη Θάλασσα δεν πρέπει να θεωρείται πεδίο μάχης. Μια τέτοια κατάσταση θα έβλαπτε μόνο τη Ρωσία και την Ουκρανία και δεν θα τους ωφελούσε με κανέναν τρόπο. Όλοι χρειάζονται ασφαλή ναυσιπλοΐα στη Μαύρη Θάλασσα. Αυτό πρέπει να διασφαλιστεί». Η δήλωση συνδέει την ατζέντα της Άγκυρας για μεσολάβηση με την ανάγκη αποτροπής περαιτέρω στρατιωτικών ενεργειών στην περιοχή και προβάλλει την προστασία εμπορικών και ναυτιλιακών συμφερόντων ως κεντρικό στοιχείο επιχειρηματολογίας.
Στο μέτωπο των ευρωτουρκικών σχέσεων ο Ερντογάν επανέφερε αιτήματα και παράπονα για διαχρονική καθυστέρηση στην ένταξη και για συμμετοχή στα ευρωπαϊκά αμυντικά σχήματα. Όπως είπε, «Όπως γνωρίζετε, έχουν περάσει 50 χρόνια από την έναρξη της διαδικασίας ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Δυστυχώς, μας έχουν καθυστερήσει με επαναλαμβανόμενες φράσεις και δικαιολογίες. Χώρες που προηγουμένως δεν ήταν στη διαδικασία ένταξης έγιναν δεκτές στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αλλά η Τουρκία, δυστυχώς, με 86 εκατομμύρια κατοίκους, τη βιομηχανία και τις δυνατότητές της, δεν έχει ακόμη γίνει δεκτή στην ΕΕ, παρόλο που είναι μια τόσο ισχυρή χώρα που θα μπορούσε να συμβάλει στην Ένωση. Η καθυστέρηση συνεχίζεται. Λέω επίμονα στον Υπουργό Εξωτερικών μου: «Όπου και αν συναντάς Ευρωπαίους, να τους το υπενθυμίζεις πάντα». Το λέω επίσης στους ηγέτες που συναντώ. Είμαστε η δεύτερη μεγαλύτερη χερσαία δύναμη στο ΝΑΤΟ. Οι πρόοδοι που έχουμε σημειώσει τα τελευταία χρόνια στον τομέα της αμυντικής βιομηχανίας είναι γνωστοί σε όλους. Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, αντιμετωπίσαμε κρυφούς και φανερούς περιορισμούς, ακόμη και εμπάργκο, αλλά συνεχίσαμε να αναπτύσσουμε τις αμυντικές μας δυνατότητες. Είμαστε έτοιμοι να ενισχύσουμε τη συνεργασία μας σε όλους τους τομείς με τις ευρωπαϊκές χώρες με τις οποίες έχουμε φιλικές και συμμαχικές σχέσεις, σε βάση αμοιβαίου οφέλους. Θα ήταν επωφελές για την Ευρώπη να εξετάσει τις σχέσεις μας με στρατηγική όραση».