Γράφει ο Μπάμπης Παπαπαναγιώτου
ΓΙΑΤΙ οι «αρμοί» και το «στοκάρισμά» τους ΕΙΝΑΙ η διακηρυγμένη πλέον πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν είναι τυχαίο ότι τη συζήτηση την άνοιξε με δική του πρωτοβουλία και επισήμως στην Κ.Ε. του κόμματός του ο ίδιος ο Α. Τσίπρας. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτή η αντίληψη «δεν πήραμε την εξουσία» διακινείται ευρέως στις κομματικές εκδηλώσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν είναι τυχαίες οι «έτοιμες» σχετικές ερωτήσεις που υπήρχαν σε αυτό το στημένο διαδικτυακό show που έκανε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ με τη συμμετοχή μόνον ήδη κομματικών μελών του. Δεν είναι τυχαίο ότι κάποιοι μιλούν αυτές τις μέρες στις «συνάξεις» για «νέα Βάρκιζα».
ΚΑΙ ΠΑΝΩ απ’ όλα δεν είναι τυχαίο ότι η συζήτηση για τους «αρμούς» άνοιξε ακριβώς τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ έπρεπε να ψάξει τα αίτια της τετραπλής εκλογικής συντριβής του και ο Α. Τσίπρας να αναλάβει ευθύνες και να παραδεχθεί ότι ηττήθηκε ως ανεπαρκής, ανίδεος (δεν ήξερε ούτε τι είναι το κόκκινο τηλέφωνο, είπε, όταν πήγε για πρώτη φορά στο Μ. Μαξίμου) και λαϊκιστής. Ακριβώς αυτή τη στιγμή επέλεξε ο Α. Τσίπρας για να στραφεί στην πιο ωμή εκδοχή του σταλινισμού. Και να τον κάνει να φαίνεται κατηχητικό μπροστά στο «όραμα Πολάκη» για αλλαγή των συσχετισμών στο δικαστικό σώμα, με το «να μπούνε 3.000-4.000 καινούργιοι στο δικαστικό σώμα». Ενα σχέδιο ολοκληρωτικού ελέγχου και απόλυτης κυριαρχίας του ΣΥΡΙΖΑ, ισοπεδώνοντας τη διάκριση των εξουσιών και κάθε έννοια δικαίου.
ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ υπηρετεί ταυτοχρόνως δύο στόχους: 1. Δίνει άλλοθι και ελαφρυντικά στον παταγωδώς αποτυχόντα Α. Τσίπρα, προσπαθώντας να κουκουλώσει την πολιτική ανεπάρκειά του. Τον εμφανίζει -πάλι- δήθεν σαν «θύμα» του «συστήματος». Οπως το 2015, όταν το «καλό παιδί προσπάθησε, αλλά δεν τον άφησαν». Η στοιχειώδης παρακολούθηση των ποιοτικών στοιχείων των μετρήσεων αποδεικνύει ότι το brand name Τσίπρας, από blue chip του πολιτικού χρηματιστηρίου, έχει γίνει τα «Χαλυβδόφυλλα» και η «Κλωνατέξ» του 2020. Το ίδιο -συγκριτικά- συμπέρασμα προκύπτει και από την εσωκομματική πραγματικότητα του ΣΥΡΙΖΑ. Παρήλθε η εποχή του χαρισματικού και του αδιαμφισβήτητου. Μια σοβαρή ψηφοφορία προσπάθησε να κάνει στην Κ.Ε. (για τα δικαιώματα των νέων μελών) και την πήρε με τα χίλια ζόρια. Με 5 ψήφους διαφορά (55-50), με πέντε παρών και το 1/3 της Κ.Ε. να απουσιάζει. Σκοπίμως, απ’ ό,τι λένε οι γνωρίζοντες. Ελειψαν την ώρα της ψηφοφορίας μόνο όσοι δεν ήθελαν να πάνε κόντρα στον ακόμα αρχηγό. Ο οποίος σε άλλες εποχές έβαζε όλη την Κ.Ε. να ξαναψηφίζει, γιατί δεν του άρεσε αυτό που είχε ψηφίσει. Ο Α. Τσίπρας δεν έχει καμία σχέση με τον Α. Τσίπρα που καβάλησε το απρόσμενο κύμα της ιστορίας κι έγινε πρωθυπουργός, με δεκανίκι τον ακροδεξιό Π. Καμμένο. Γνωστό λάτρη της «αρμολόγησης».
Ο ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΣΤΟΧΟΣ προκύπτει από το γεγονός ότι ξέρει σε ποιο ακροατήριο απευθύνεται πλέον. Απευθύνεται σε ένα κρατικοδίαιτο και εξουσιολάγνο κοινό, που διψά για εξουσία και ρεβάνς. Ενα κοινό το οποίο πλέον -ποσοτικά- δεν έχει καμία σχέση ούτε με το 36% του 2015 ούτε με το 31,5% του 2019. Υπάρχουν πλέον και οι «κοψοχέρηδες του 2019», οι όποιοι, επιστρέφοντας σε κάποια κανονικότητα, βλέπουν ήδη με άλλο μάτι αυτά τα 4,5 χρόνια του «καραβανιού». Τα χρόνια της εφόδου στο κράτος και στους θεσμούς. Είναι ένα κοινό που ενθουσιάζεται με την υπόσχεση του ολοκληρωτισμού. Και το οποίο μένει «ζεστό» με την προσδοκία της «άλλης φοράς», που δεν θα είναι τόσο «κυριλέ».
Η ύλη να βγαίνει...
ΤΟ ΑΝ ΕΠΙΤΕΥΧΘΟΥΝ αυτοί οι δύο στόχοι θα κριθεί από τη ζωή και την πραγματικότητα. Αυτό, όμως, που δεν σηκώνει αμφιβολίες είναι οι διαυγείς προθέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, αν κι εφόσον του δοθεί δεύτερη ευκαιρία. Πάει για ρεβάνς και μετωπική σύγκρουση. Για ακόμα βαθύτερο διχασμό. Ο οποίος δεν πρόκειται να έχει καμία σχέση με τον διχασμό που προκάλεσε, είτε με το ψευδο-δημοψήφισμα, είτε με τις Πρέσπες, είτε με την ταξική πολιτική που ακολούθησε εξοντώνοντας συνειδητά την «εχθρική» μεσαία τάξη. Θα είναι αυτό που είπε, αλλά δεν πρόλαβε να κάνει: «Ή εμείς ή αυτοί», «Ή τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν».
ΚΙ ΑΥΤΟΣ είναι ίσως ο σημαντικότερος λόγος για τον οποίο η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να πετύχει. Για να μη δοθεί αυτή η ευκαιρία σε εκείνους που επιζητούν μανιωδώς τη ρεβάνς για τη «νέα Βάρκιζα». Γιατί είναι απολύτως προφανές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ νιώθει ότι χάνοντας τις εκλογές πήγε σε «νέα Βάρκιζα». Δεν είναι χαζός ο Π. Πολάκης που μιλάει για «γύρους».
ΤΙ ΔΟΥΛΕΙΑ ΕΧΕΙ ΕΝΑ ΚΟΜΜΑ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΟΥΚΟΥΛΕΣ;
Ο πανικός ποτέ δεν υπήρξε καλός σύμβουλος. Και τις τελευταίες μέρες ο ΣΥΡΙΖΑ λειτουργεί υπό το κράτος ανεξέλεγκτου πανικού. Μετά τη σκληρή μάχη που έδωσε δημοσίως, για να μην πέσουν οι κουκούλες της Novartis, ήρθε η κορυφαία στιγμή: Ενας τέως πρωθυπουργός προσωπικά και σύσσωμη η κοινοβουλευτική του ομάδα να υπερασπίζονται ανεπιφύλακτα δύο «κρυπτόμενους φυγάδες». Δύο ανθρώπους, οι οποίοι την κοπάνησαν κανονικά, γράφοντας στα παλαιότερα των υποδημάτων τους τη Βουλή, τη Δικαιοσύνη και την ίδια την κοινωνία, η οποία επί 2,5 χρόνια είχε βομβαρδιστεί με τις δήθεν αποκαλύψεις τους. Δύο πρόθυμους, οι οποίοι διέσυραν επί 30 μήνες 10 πολιτικά πρόσωπα, τις οικογένειές τους και δύο κόμματα. Κι όμως ο Α. Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ τους στηρίζουν. Μήπως όμως δεν στηρίζουν τελικά τους κουκουλοφόρους, αλλά τους εαυτούς τους; Μήπως οι κουκουλοφόροι είναι το «εργαστηριακό δημιούργημά» τους; Μήπως είναι το σπλάχνο της πολιτικής αντίληψής τους; Μήπως είναι η λεπτή κλωστή από την οποία κρέμονται πλέον; Ολη η ιστορία ήταν μια προχειροδουλειά εξαρχής. Εύλογο ήταν να μπάζει από παντού. Κι όσο την έψαχνε κανείς, έβρισκε μόνο τρύπες. Μεγάλα κενά, θηριώδη και αναπόδεικτα ψεύδη, εμφανώς κατασκευασμένα γεγονότα. Επόμενο ήταν η σοβαρή και πάντα θεσμική προσέγγιση της προανακριτικής επιτροπής να φέρει τον κόμπο στο χτένι. Ακριβώς αυτή τη στιγμή ο «Σαράφης» και η «Κελέση» το έβαλαν στα πόδια. Και ο ΣΥΡΙΖΑ αποκάλυψε διά του πανικού του την ενοχικότητα που χαρακτηρίζει την ακατανόητη διαφορετικά συμπεριφορά του. Γιατί κανένα θεσμικό κόμμα δεν έχει καμία δουλειά κάτω από οποιαδήποτε κουκούλα.
ΑΠΟΡΙΕΣ
1. Αληθεύει ότι έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον ποιοι μίλησαν τηλεφωνικά με «Σαράφη» και «Κελέση» πριν την εξαφάνισή τους;
2. ΤΕΛΕΙΩΝΕΙ ΟΝΤΩΣ ΣΗΜΕΡΑ ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΔΥΟ «ΛΑΓΟΥΣ» ΤΗΣ NOVARTIS;
3. Τι ακριβώς είχε στο μυαλό του ο κ. Μπούγας, όταν έλεγε ότι «η άρνηση των προστατευόμενων μαρτύρων(…) δεν αποδυναμώνει, αντιθέτως ενισχύει το αποδεικτικό υλικό»;
Από την στήλη «Δια Ταύτα» της έντυπης έκδοσης του Ελεύθερου Τύπου